B
Βαγνάς = ο
βρομόστομος
Βάζου = το
βάζο για τα λουλούδια ή τοποθετώ κάτι ή φοράω ένα ρούχο
Βαζουκ’οπσι
= ακούστηκε πολύ δυνατά
Βαζουκουπώ
= ακούγομαι πολύ δυνατά , φωνάζω , κάνω θόρυβο
Βαζούρα =
φασαρία , θόρυβος
Βάϊα = η
δάφνη (φυτό)
Βαϊζου =
γέρνω προς τη μια μεριά
Βάισμα = πλάγιασμα
, λοξό περπάτημα
Βαϊστός =
γυρυτός
Βαθράκα = ο
μεγάλος βάτραχος και η κοντή , χοντρή γυναίκα
Βακούφκου =
η έκταση γης που δεν ανήκει σε κάποιον, γη που ανήκει στην
εκκλησία
Βακούφ’κους
= αυτός που δεν έχει αφεντικό , νοικοκύρη
Βαλάν’ = ο
καρπός της βελανιδιάς , πουρναριού, άριου
Βαλανίζου =
γυρίζω άσκοπα , είμαι αφηρημένος
Βαλάντουμα
= η κούραση ή το κλάψιμο
Βαλαντουμένους
= ο πολύ κουρασμένους ή πολύ κλαμένος
Βαλαντώνου
= κουραζμένος πολύ από τη δουλειά ή πελαγώνω (μεταφορικά)
Βάξ’ (θα
βάξ’) = θα γίνει μεγάλος θόρυβος
Βαραίνου =
κουράστηκα πολύ και με εγκαταλείπουν οι δυνάμεις μου ,
ξεπέφτω
Βαράου =
χτυπώ , πληγώνομαι
Βαρβατεύου
= ζωντανεύω , δε με χωράει ο τόπος , κάνω αταξίες , είμαι σε περίοδο αναπαραγωγής
Βαρβάτου =
το ζώο που δεν είναι ευνουχισμένο , το μεγάλο και δυνατό
Βαρδαρίζ’ =
το ορμητικό νερό
Βαρδάρ’σμα
= η ορμητική ροή του λάκκου (ποταμού)
Βαριμένους
= χτυπημένος
Βαργιούμι =
τεμπελιάζω
Βαριτός =
βαρετός
Βαρδρουκουπάει
= τρέχει πολύ νερό με δύναμη
Βαρώ =
χτυπώ
Βασκανιά =
μάτιασμα
Βασκαίνου =
ματιάζω
(μη)
βάσκανει = με μάτιασε
Βασ’λευ’ =
δύει ο ήλιος
Βασταγαρια
= ξύλο που χτυπώ κάτι
Βασταγμένους
= οικονομικά ανεξάρτητος
Βαστάι =
βάτα
Βαστώ ή
Βαστιέμι = κρατώ , είμαι γερός
Βατεύ’ντι =
συνουσιάζονται (συνήθως για ζώα )
Βατράλ’ =
κοντή και χοντρή βέργα
Βατσίνα =
εμβόλιο
Βατσνιά =
αγκαθωτός άγριος θάμνος , τα βάτα
Βατσνιάζου
= κάνω εμβόλιο
Βατσνιάζουμι
= εμβολιάζομαι
Βατσνιασμένους
= ο εμβολιασμένος
Βάθρακους =
βάτραχος
Βαλανίζου =
σπάω το
κεφάλι μου για
κάτι , είμαι αφηρημένος , γυρνάω άσκοπα χωρίς δουλειά
Βαλτίζου =
αλαφροφέρνω , πελαγώνω
Βατράλ =
ξύλο που χτυπάς κάποιον
Βάχνω =
πέφτω με
κρότο
Βγάζου
=βγάζω
Βγιάζουμι =
βιάζομαι
Βελέτζα =
μάλλινο υφαντό σκέπασμα για τον ύπνο από μαλλί προβάτου
Β’ζαρού = η
γυναίκα με μεγάλα στήθη
Β΄ζί = το
στήθος της γυναίκας
Β’ζιάρ’ς =
ο κοιλαράς
Βζαίνου
=βυζαίνω
Βιγκλίζου =
κρυφοκοιτάζω
Βίγκλα = το
παρατηρητήριο
Βιζανιάρκου
= το μωρό
Βίζιτα = η
φιλική επίσκεψη
Βιλάζ =
βελάζει
Βιλάζου =
φωνάζω δυνατά συνήθως από πόνο
Βιλανίδ’ ή
βαλάν’ = το βελανίδι
Βιλέντσα =
η φλοκάτη
Βιός = η
περιουσία
Βίραγκας =
μικρή λιμνούλα σε ποταμάκι
Βραδιάζ’ =
βραδιάζει
Βιράνς = ο
ανεπρόκοπος , ο αχαΐρευτος , ο
ασυμμάζευτος
Βιρέ =
πλάγια
Βιρέ βιρέ =
πλάγια από δίπλα
Βιρέμ’ς =
αχαΐρευτος , δύστροπος
Βιρικουκιά
= η Βερικοκιά
Βιτούλ =
νεαρό κατσίκι
Βιντουζάρ =
κολάι
Βιριάν =
ανάποδο, καχεκτικό
Βιριάνκου =
καχεκτικό , αδύνατο
Βιτούλ =
κατσικάκι ενός χρόνου
Βίτσα = η
μικρή βέργα
Βλαστουλουγώ
= κόβω τις κορυφές από το αμπέλι
Βλαστουλογμα
= κλαδεύω τα κλήματα
Βλουγιουκουμένους
= αυτός που έχει στο πρόσωπο του σημάδια από την ευλογιά
Β’νιά = η
κοπριά από της αγελάδες
Β’ντώνου =
φουντώνω
Βόδαρους =
το εύσωμο βόδι , ο μονοκόμματος άνθρωπος
Βουδαρίκους
= κοροϊδευτικά ο ανόητος
Βουδνός =
βοδινός
Βούζα = η
κοιλιά
Βουζαβράμς
= ο κοιλαράς
Βουθώ=
βοηθάω
Βόλ’ =
άνεση , ευκολία
Βούρ’ =
εμπρός , γρήγορα
Βόλιμα =
τακτοποίηση
Βουλεύω =
ταχτοποιώ
Βουλούουμι
= ετοιμάζομαι
Βούλλα =
σφραγίδα
Βουλλώνου =
σφραγίζω , σταματώ κάτι
Βουλουδέρνου
= γυρνώ άσκοπα
Βούρ =
εμπρός
Βόργιαζμα =
το κλείσιμο μέσα σε ένα χώρο
Βουβό =
αμίλητο
Βουδαρίκου
= η ανόητη γυναίκα ή άντρας
Βουδούδ’ =
το μικρό βόδι
Βούζα = η
κοιλιά
Βουθώ =
βοηθώ
Βούλα = η
σφραγίδα
Βουλάει =
χωράει , ταιριάζει
Βουλευου =
τακτοποιώ, ετοιμάζω
Βουλεύουμι
= τακτοποιούμαι
Βουλιμένους
=τακτοποιημένος
Βουλουδέρνου
= γυρνώ από δω και από κει
Βουρ =
εμπρός, έτοιμοι
Βουρβλάκιασι
= γέμισε
Βουρβλακιάζου
= γεμίζω , πληθαίνω
Βουργιάζου
= μαντρώνω
Βουργιαζμένους
= μαντρωμένος
Βουργιάσκα
=κλείστηκα , κλειδώθηκα μέσα
Βουρλαίνουμι
= ζαλίζομαι
Βουρλαμάρα
= ζαλάδα , βλακεία
Βουρλίζουμι
= στριφογυρνώ ζαλισμένος
Βουρλός = ο
χαζός
Βουρός = το
πρόχειρο μαντρί
Βουρίζ =
όταν πιάνει οργασμός τα ζώα
Βουρλακιαζου
= γεμίζω
Βουρλαίνου
= τρελαίνω
Βουρλίζουμι
= ζαλίζομαι από τις πολλές σκοτούρες , σκέψεις
Βουρός = ο
πρόχειρος τοίχος στο μαντρί
Βουσκός = ο
βοσκός
Βουτάνι =
το βότανο
Βουτνάρες =
πήλινα δοχεία
Βουρλός =
τρελός
Βουρός = το μέρος όπου είναι τα ζώα
Βραδιάζ =
νυχτώνει
Βαρδαρίζ =
ο ήχος του νερού που
τρέχει
Βρακουζούν
= μακρύ αντρικό εσώρουχο ή το κομμάτι ύφασμα που έδεναν τη βράκα τους
Βρακουζούνα
= το κορδόνι που κρατούσε το βρακί ή τη βράκα
Βράζ’ =
τοβράσιμο
Βρασιά = το
φαγητό που χωράει σε μια κατσαρόλα
Βρε = βρές
Βρόντ’μα =
το χτύπημα της πόρτας , ο ξαφνικός ήχος
Βρόντους =
βροντή
Βρόυντ’άει
= χτυπάει , ο θόρυβος από τις αστραπές και τους κεραυνούς
Βρουντάου =
χτυπώ , παρατώ κάτι
Βρόχ΄= η
θυλιά από τρίχα αλόγου για πουλιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου